Της Λούκας Τ. Κατσέλη, βουλευτή Επικρατείας ΠΑΣΟΚ, πολιτικής εκπροσώπου του ΠΑΣΟΚ για θέματα Οικονομίας
Αν και η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση βρίσκεται ακόμα σε πλήρη εξέλιξη, είναι χρήσιμο να συνοψισθούν κάποια πρώτα συμπεράσματα που μπορεί να αποτελέσουν οδηγό για την αποτροπή και την αντιμετώπιση παρόμοιων κρίσεων στο μέλλον, ιδιαίτερα για τις οικονομίες των χωρών της Ευρωζώνης.
Η χρηματοπιστωτική κρίση κατέρριψε το ιδεολόγημα της αυτορρύθμισης των αγορών και ανέδειξε την καθοριστική σημασία του εποπτικού, ελεγκτικού και κοινωνικού ρόλου του κράτους για την αποφυγή της κερδοσκοπίας, της αστάθειας, των ανισοτήτων και της φτώχειας.
Σε μια παγκοσμιοποιημένη αγορά, ιδιαίτερα κάτω από καθεστώς ελεγχόμενων συναλλαγματικών διακυμάνσεων, η διαχείριση της συνολικής ζήτησης και ρευστότητας σε διεθνές επίπεδο αποκτά καθοριστική σημασία και πρέπει να αποτελεί αντικείμενο συντονισμένης δημόσιας πολιτικής. Οι μακροοικονομικές ανισορροπίες τροφοδοτούν κρίσεις όπως απέδειξε η παρατεταμένη χρηματοδότηση των διευρυνόμενων δημοσιονομικών ελλειμμάτων των ΗΠΑ από την αποταμίευση των χωρών της ΝΑ Ασίας, με αποτέλεσμα τη διατήρηση χαμηλών επιτοκίων και αποδόσεων για τα Αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Το γεγονός αυτό πυροδότησε τόσο την αυξανόμενη ζήτηση για χαμηλότοκα δάνεια εκ μέρους των καταναλωτών, όσο και το κυνήγι υψηλών κερδοσκοπικών τοποθετήσεων εκ μέρους των Τραπεζών. Η διαιώνιση τους αποτελεί πηγή συστημικής αστάθειας στο διεθνές σύστημα και χρήζει συντονισμένης ρύθμισης.
Η υπερβολική συγκέντρωση πλούτου και εξουσίας στα χέρια ολίγων εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους όχι μόνο για την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, αλλά και για την προάσπιση της συστημικής σταθερότητας του πολιτικού και οικονομικού συστήματος. Οι Τράπεζες αναδείχθηκαν κυρίαρχες με αποτέλεσμα τη σταδιακή απώλεια αυτονομίας του πολιτικού συστήματος, την αδράνεια των ελεγκτικών μηχανισμών, την ανάληψη υπερβολικού κινδύνου εκ μέρους Τραπεζικών στελεχών προς ίδιο όφελος και την προκλητική διεύρυνση των ανισοτήτων. Έγιναν τόσο σημαντικές για την οικονομία ώστε να μην μπορούν να «τιμωρηθούν» για την ανεύθυνη στάση τους και την ανάληψη υπερβολικού κινδύνου στο κυνήγι κέρδους πόσο μάλλον να πτωχεύσουν.
Η κρίση ανέδειξε τη σημασία χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης, λελογισμένων αμοιβών για τα τραπεζικά στελέχη και ενεργητικών πολιτικών αναδιανομής. Η χρηματοπιστωτική κρίση ανέδειξε περίτρανα, επίσης, την ανάγκη μεταρρύθμισης του συστήματος της διεθνούς παγκόσμιας διακυβέρνησης. Η εποπτεία χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων είναι κατακερματισμένη. Η συμμετοχή και παρουσία των ισχυρών αναδυομένων οικονομιών αλλά και των αναπτυσσομένων χωρών στους διεθνείς οργανισμούς παραμένει ισχνή με αποτέλεσμα ο διάλογος να διεξάγεται περιστασιακά σε ετερόκλητα μη θεσμοθετημένα fora όπως το G20. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Διεθνής Τράπεζα αδυνατούν να αναλάβουν πρωτοβουλίες για την αποτελεσματική συνέργεια πολιτικών αναπτυξιακής συνεργασίας και βοήθειας, εμπορίου, επενδύσεων, διαχείρισης χρέους, προστασίας του περιβάλλοντος και μετανάστευσης. Η ανάληψη διεθνών πρωτοβουλιών για την θεσμική ανασυγκρότηση του παγκόσμιου συστήματος διακυβέρνησης προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη.
Τέλος, οι νέο-συντηρητικές ηγεσίες στην Ευρώπη - και ιδιαίτερα αυτές των χωρών της Ε.Ε. - αποδείχθηκαν κατώτερες των περιστάσεων. Η αδράνεια που επέδειξαν στην ανάληψη κοινών ρυθμιστικών πρωτοβουλιών για τον έλεγχο των αγορών και των φορολογικών παραδείσων και για την αναθέρμανση της Ευρωπαϊκής οικονομίας ενίσχυσαν το αίσθημα ανασφάλειας και αβεβαιότητας, ενώ χάθηκαν σημαντικές ευκαιρίες για την ανάληψη ηγετικού ρόλου της Ευρώπης στον κόσμο. Οι διαπιστώσεις αυτές αφορούν όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας. Η θωράκιση αλλά και η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται καθοριστικά από τη συγκρότηση και λειτουργία των θεσμών πολιτικής και οικονομικής διακυβέρνησης, την ποιότητα και αποτελεσματικότητα της κρατικής ρύθμισης και εποπτείας στις αγορές και την συνέργεια ολοκληρωμένων πολιτικών για την ανάταξη της οικονομίας, την αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης και τη δημοσιονομική εξυγίανση. Η επόμενη μέρα θέτει επομένως νέους στόχους. Μεγάλες προτεραιότητες αποτελούν η αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης με διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, η δημοσιονομική εξυγίανση και η αποτελεσματική αναβάθμιση των θεσμών οικονομικής διακυβέρνησης. Η ανάταξη της ελληνικής οικονομίας και η αναδιάρθρωση της παραγωγικής της βάσης πρέπει να βασιστεί στην ανάδειξη και την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας. Με προώθηση στοχευμένων επενδύσεων στους τομείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, των μεταφορών και των δικτύων. Με αύξηση της χρηματοδότησης για την παιδεία, την έρευνα και την καινοτομία. Με αναδιάρθρωση των κλάδων του τουρισμού, της μεταποίησης, του αγροτοδιατροφικού και κατασκευαστικού τομέα. Με ανακατανομή δαπανών προς όφελος των επενδύσεων και αποτελεσματική χρήση των κοινοτικών πόρων του ΕΣΠΑ 2007-13 –συνολικού ύψους €36 δισ. Με δίκαιη κατανομή βαρών και στήριξη των ασθενέστερων. Με αποτελεσματική φορολόγηση του πλούτου. Με στήριξη της απασχόλησης και μείωση του φορολογικού βάρους στα μεσαία και χαμηλά στρώματα μέσω εφαρμογής ενιαίας, τιμαριθμοποιημένης και προοδευτικής φορολογικής κλίμακας για όλα τα εισοδήματα. Η ανάταξη της οικονομίας επιβάλλει ταυτόχρονα αποτελεσματική και διαφανή δημοσιονομική διαχείριση. Με υιοθέτηση ενός σύγχρονου ελεγκτικού συστήματος δημοσιονομικής διαχείρισης και εφαρμογή προϋπολογισμών προγραμμάτων. Με κατοχύρωση της ουσιαστικής θεσμικής ανεξαρτησίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθιέρωση εσωτερικών ελεγκτικών μηχανισμών σε κάθε ΝΠΔΔ και εισαγωγή διαφανών διαδικασιών για τις προμήθειες του δημοσίου. Με υιοθέτηση ενός σταθερού και απλού πλαισίου φορολογικών κανόνων και ριζική αναδιάρθρωση των φορολογικών υπηρεσιών. Η δημιουργία ενός σύγχρονου και απλοποιημένου ρυθμιστικού πλαισίου αποτελεί την τρίτη σημαντική προτεραιότητα για την οικονομία και τη χώρα. Η εξάλειψη του φαινομένου επικάλυψης αρμοδιοτήτων, η απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών για την ίδρυση και λειτουργία επιχειρήσεων, η θεσμοθέτηση ενός αξιόπιστου χωροταξικού σχεδίου αποτελούν προϋποθέσεις για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Ταυτόχρονα η ενίσχυση του συστήματος εποπτείας των αγορών θα ενισχύσει τον υγιή ανταγωνισμό με ευεργετικά αποτελέσματα για καταναλωτές και δανειολήπτες. Η ελληνική κοινωνία επιζητά επιτακτικά αλλαγή πολιτικής για την εδραίωση εμπιστοσύνης στους θεσμούς, εμπέδωση κλίματος κοινωνικής ασφάλειας και βιώσιμη ανάπτυξη και δυναμική. Η έξοδος από την σημερινή οικονομική κρίση απαιτεί την επαναφορά της εμπιστοσύνης στην πολιτική ζωή. Και αυτό με τη σειρά του απαιτεί αλλαγή στην διακυβέρνηση του τόπου.
Αν και η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση βρίσκεται ακόμα σε πλήρη εξέλιξη, είναι χρήσιμο να συνοψισθούν κάποια πρώτα συμπεράσματα που μπορεί να αποτελέσουν οδηγό για την αποτροπή και την αντιμετώπιση παρόμοιων κρίσεων στο μέλλον, ιδιαίτερα για τις οικονομίες των χωρών της Ευρωζώνης.
Η χρηματοπιστωτική κρίση κατέρριψε το ιδεολόγημα της αυτορρύθμισης των αγορών και ανέδειξε την καθοριστική σημασία του εποπτικού, ελεγκτικού και κοινωνικού ρόλου του κράτους για την αποφυγή της κερδοσκοπίας, της αστάθειας, των ανισοτήτων και της φτώχειας.
Σε μια παγκοσμιοποιημένη αγορά, ιδιαίτερα κάτω από καθεστώς ελεγχόμενων συναλλαγματικών διακυμάνσεων, η διαχείριση της συνολικής ζήτησης και ρευστότητας σε διεθνές επίπεδο αποκτά καθοριστική σημασία και πρέπει να αποτελεί αντικείμενο συντονισμένης δημόσιας πολιτικής. Οι μακροοικονομικές ανισορροπίες τροφοδοτούν κρίσεις όπως απέδειξε η παρατεταμένη χρηματοδότηση των διευρυνόμενων δημοσιονομικών ελλειμμάτων των ΗΠΑ από την αποταμίευση των χωρών της ΝΑ Ασίας, με αποτέλεσμα τη διατήρηση χαμηλών επιτοκίων και αποδόσεων για τα Αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Το γεγονός αυτό πυροδότησε τόσο την αυξανόμενη ζήτηση για χαμηλότοκα δάνεια εκ μέρους των καταναλωτών, όσο και το κυνήγι υψηλών κερδοσκοπικών τοποθετήσεων εκ μέρους των Τραπεζών. Η διαιώνιση τους αποτελεί πηγή συστημικής αστάθειας στο διεθνές σύστημα και χρήζει συντονισμένης ρύθμισης.
Η υπερβολική συγκέντρωση πλούτου και εξουσίας στα χέρια ολίγων εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους όχι μόνο για την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, αλλά και για την προάσπιση της συστημικής σταθερότητας του πολιτικού και οικονομικού συστήματος. Οι Τράπεζες αναδείχθηκαν κυρίαρχες με αποτέλεσμα τη σταδιακή απώλεια αυτονομίας του πολιτικού συστήματος, την αδράνεια των ελεγκτικών μηχανισμών, την ανάληψη υπερβολικού κινδύνου εκ μέρους Τραπεζικών στελεχών προς ίδιο όφελος και την προκλητική διεύρυνση των ανισοτήτων. Έγιναν τόσο σημαντικές για την οικονομία ώστε να μην μπορούν να «τιμωρηθούν» για την ανεύθυνη στάση τους και την ανάληψη υπερβολικού κινδύνου στο κυνήγι κέρδους πόσο μάλλον να πτωχεύσουν.
Η κρίση ανέδειξε τη σημασία χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης, λελογισμένων αμοιβών για τα τραπεζικά στελέχη και ενεργητικών πολιτικών αναδιανομής. Η χρηματοπιστωτική κρίση ανέδειξε περίτρανα, επίσης, την ανάγκη μεταρρύθμισης του συστήματος της διεθνούς παγκόσμιας διακυβέρνησης. Η εποπτεία χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων είναι κατακερματισμένη. Η συμμετοχή και παρουσία των ισχυρών αναδυομένων οικονομιών αλλά και των αναπτυσσομένων χωρών στους διεθνείς οργανισμούς παραμένει ισχνή με αποτέλεσμα ο διάλογος να διεξάγεται περιστασιακά σε ετερόκλητα μη θεσμοθετημένα fora όπως το G20. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Διεθνής Τράπεζα αδυνατούν να αναλάβουν πρωτοβουλίες για την αποτελεσματική συνέργεια πολιτικών αναπτυξιακής συνεργασίας και βοήθειας, εμπορίου, επενδύσεων, διαχείρισης χρέους, προστασίας του περιβάλλοντος και μετανάστευσης. Η ανάληψη διεθνών πρωτοβουλιών για την θεσμική ανασυγκρότηση του παγκόσμιου συστήματος διακυβέρνησης προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη.
Τέλος, οι νέο-συντηρητικές ηγεσίες στην Ευρώπη - και ιδιαίτερα αυτές των χωρών της Ε.Ε. - αποδείχθηκαν κατώτερες των περιστάσεων. Η αδράνεια που επέδειξαν στην ανάληψη κοινών ρυθμιστικών πρωτοβουλιών για τον έλεγχο των αγορών και των φορολογικών παραδείσων και για την αναθέρμανση της Ευρωπαϊκής οικονομίας ενίσχυσαν το αίσθημα ανασφάλειας και αβεβαιότητας, ενώ χάθηκαν σημαντικές ευκαιρίες για την ανάληψη ηγετικού ρόλου της Ευρώπης στον κόσμο. Οι διαπιστώσεις αυτές αφορούν όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας. Η θωράκιση αλλά και η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται καθοριστικά από τη συγκρότηση και λειτουργία των θεσμών πολιτικής και οικονομικής διακυβέρνησης, την ποιότητα και αποτελεσματικότητα της κρατικής ρύθμισης και εποπτείας στις αγορές και την συνέργεια ολοκληρωμένων πολιτικών για την ανάταξη της οικονομίας, την αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης και τη δημοσιονομική εξυγίανση. Η επόμενη μέρα θέτει επομένως νέους στόχους. Μεγάλες προτεραιότητες αποτελούν η αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης με διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, η δημοσιονομική εξυγίανση και η αποτελεσματική αναβάθμιση των θεσμών οικονομικής διακυβέρνησης. Η ανάταξη της ελληνικής οικονομίας και η αναδιάρθρωση της παραγωγικής της βάσης πρέπει να βασιστεί στην ανάδειξη και την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας. Με προώθηση στοχευμένων επενδύσεων στους τομείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, των μεταφορών και των δικτύων. Με αύξηση της χρηματοδότησης για την παιδεία, την έρευνα και την καινοτομία. Με αναδιάρθρωση των κλάδων του τουρισμού, της μεταποίησης, του αγροτοδιατροφικού και κατασκευαστικού τομέα. Με ανακατανομή δαπανών προς όφελος των επενδύσεων και αποτελεσματική χρήση των κοινοτικών πόρων του ΕΣΠΑ 2007-13 –συνολικού ύψους €36 δισ. Με δίκαιη κατανομή βαρών και στήριξη των ασθενέστερων. Με αποτελεσματική φορολόγηση του πλούτου. Με στήριξη της απασχόλησης και μείωση του φορολογικού βάρους στα μεσαία και χαμηλά στρώματα μέσω εφαρμογής ενιαίας, τιμαριθμοποιημένης και προοδευτικής φορολογικής κλίμακας για όλα τα εισοδήματα. Η ανάταξη της οικονομίας επιβάλλει ταυτόχρονα αποτελεσματική και διαφανή δημοσιονομική διαχείριση. Με υιοθέτηση ενός σύγχρονου ελεγκτικού συστήματος δημοσιονομικής διαχείρισης και εφαρμογή προϋπολογισμών προγραμμάτων. Με κατοχύρωση της ουσιαστικής θεσμικής ανεξαρτησίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθιέρωση εσωτερικών ελεγκτικών μηχανισμών σε κάθε ΝΠΔΔ και εισαγωγή διαφανών διαδικασιών για τις προμήθειες του δημοσίου. Με υιοθέτηση ενός σταθερού και απλού πλαισίου φορολογικών κανόνων και ριζική αναδιάρθρωση των φορολογικών υπηρεσιών. Η δημιουργία ενός σύγχρονου και απλοποιημένου ρυθμιστικού πλαισίου αποτελεί την τρίτη σημαντική προτεραιότητα για την οικονομία και τη χώρα. Η εξάλειψη του φαινομένου επικάλυψης αρμοδιοτήτων, η απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών για την ίδρυση και λειτουργία επιχειρήσεων, η θεσμοθέτηση ενός αξιόπιστου χωροταξικού σχεδίου αποτελούν προϋποθέσεις για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Ταυτόχρονα η ενίσχυση του συστήματος εποπτείας των αγορών θα ενισχύσει τον υγιή ανταγωνισμό με ευεργετικά αποτελέσματα για καταναλωτές και δανειολήπτες. Η ελληνική κοινωνία επιζητά επιτακτικά αλλαγή πολιτικής για την εδραίωση εμπιστοσύνης στους θεσμούς, εμπέδωση κλίματος κοινωνικής ασφάλειας και βιώσιμη ανάπτυξη και δυναμική. Η έξοδος από την σημερινή οικονομική κρίση απαιτεί την επαναφορά της εμπιστοσύνης στην πολιτική ζωή. Και αυτό με τη σειρά του απαιτεί αλλαγή στην διακυβέρνηση του τόπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου